Παιδοδοντίατρος Θεσσαλονίκη

Ζητήσετε από την γραμματεία του ιατρείου μας μία ξενάγηση στον χώρο ή να σας στείλουμε έντυπο υλικό με το βιογραφικό της γιατρού και φωτογραφίες του χώρου μας.

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΕΡΗΔΟΝΑΣ ΧΩΡΙΣ ΚΟΙΛΟΤΗΤΑ




     Για πάρα πολλά χρόνια, η οδοντιατρική ασχολείτο με την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της τερηδόνας και η θεραπεία που προσέφερε ήταν συνήθως η εξαγωγή και σπανιότερα η αποκατάσταση του δοντιού. Αργότερα με την εξέλιξη των υλικών, η ζυγαριά έγειρε περισσότερο προς την αποκατάσταση παρά προς την εξαγωγή και πραγματικά ήρθε η περίοδος που δε θυσιάζονταν άσκοπα δόντια και οι οδοντίατροι προσπαθούσαν να τα διατηρήσουν στο φραγμό. Την περίοδο αυτή, οι γνώσεις πάνω στην αιτιολογία και στην παθολογία της τερηδόνας ήταν ανεπαρκείς, με αποτέλεσμα η θεραπεία της να είναι συνώνυμη της έμφραξης των τερηδονισμένων δοντιών.
     Οι επιπτώσεις της τερηδόνας είναι σημαντικές και το κόστος της για τις κοινωνίες μεγάλο. Στις Η.Π.Α μόνο για το 1999, το ποσό που δαπανήθηκε για οδοντιατρική περίθαλψη έφθασε στα 56,6 δισεκατομμύρια δολλάρια (Palmer, 1999). Εκτός, από τις οικονομικές επιπτώσεις, η παρουσία της νόσου ταλαιπωρεί τον πληθυσμό λόγω του πόνου, των λειτουργικών και των αισθητικών προβλημάτων που συνοδεύουν την κλινική της εκδήλωση. Επομένως, τόσο η έγκαιρη διάγνωση των αιτιολογικών παραγόντων και κλινικών σημείων της τερηδόνας, όσο και η πρόγνωση του τερηδονικού κινδύνου σε ατομικό και πληθυσμιακό επίπεδο, θα αποτελούσε το οπλοστάσιο για την αντιμετώπιση των σοβαρών επιπτώσεων της νόσου.

Σκοπός της παρουσίασης είναι να υπογραμμιστούν :
1. οι τρόποι διάγνωσης της τερηδόνας
2. η αξιοπιστία κάθε τρόπου διάγνωσης
3. πως γίνεται η καταγραφή τερηδόνας (παρελθόν, παρόν, μέλλον).

Όπως έχει ειπωθεί και προηγούμενα, οι οδοντικοί ιστοί βρίσκονται εντός του στόματος σε μια διαρκή κατάσταση ισορροπίας απασβεστιώσεων και επανασβεστιώσεων λόγω των αλλαγών που συμβαίνουν στο μικροχώρο με- ταξύ οδοντικής πλάκας και επιφάνειας δοντιού. Εάν αυτή η δυναμική ισορροπία λόγω τερηδονογόνων αιτιών γείρει προς την συνεχή απασβεστίωση και διάλυση των ιστών τότε θα έχουμε την έναρξη της τερηδονικής προσβολής. Ο μεταβολισμός των υδατανθράκων από τα μικρόβια οδηγεί στην δημιουργία οξέων από τη διείσδυση τους εντός της αδαμαντίνης θα αρχίσει μια υποεπιφανειακή απασβεστίωση και η δημιουργία μιας αρχόμενης βλάβης
(χωρίς κοιλότητα). Η αρχόμενη αυτή τερηδόνα είναι η πρώτη βλάβη που οπτικά αρχίζει να φαίνεται σαν μια «λευκή κηλίδα» και είναι το πρώτο κλινικό σημείο εμφάνισης μιας τερηδόνας που εμείς μπορούμε να δούμε στο στόμα και σε επιφάνειες που έχουμε οπτική πρόσβαση. Η αρχική αυτή βλάβη στη συνέχεια μπορεί να αλλάξει χρώμα, με την είσοδο χρωστικών από το στόμα, και να γίνει καφέ ανοιχτή ή σκούρα, ή να προχωρήσει σε κοιλότητα με τη πάροδο του χρόνου και εφ’ όσον υπάρχουν οι προϋποθέσεις. Οι
προϋποθέσεις αυτές έχουν σχέση με την επανασβεστιωτική ικανότητα του  σάλιου και του περιβάλλοντος (οδοντική πλάκα). Καθοριστικοί παράγοντες
είναι οι συνήθειες του ατόμου (διατροφή - υγιεινή) και η εφαρμογή προληπτικών μέτρων ή όχι (φθόριο). Αυτό το αρχικό στάδιο εγκατάστασης της τερηδόνας χαρακτηρίζεται λοιπόν από μερική απασβεστίωση του επιφανειακού στρώματος, απώλεια της διαφάνειας της αδαμαντίνης και την κλινική εμφάνιση μιας λευκής κηλίδας που την ονομάζουμε αρχόμενη τερηδόνα.

 



Για την εντόπιση και την διάγνωση των τερηδονικών αλλοιώσεων οι χρησιμοποιούμενες τεχνικές είναι πολλές και ποικίλες. Για τις μασητικές επιφάνειες των δοντιών αλλά και γενικότερα για τη διάγνωση της τερηδόνας σε οπές και σχισμές οι μέθοδοι διάγνωσης που χρησιμοποιούνται είναι
- Οι καθιερωμένες συμβατικές:
Α) οπτική παρατήρηση
Β) ανιχνευτήρας
Γ) συμβατική ακτινογραφία

- Νεώτερες μέθοδοι όπως:
Α) Χρήση χρωστικών.
Β) Χρήση υπερήχων.
Γ) Αλγινικό αποτυπωτικό υλικό μεταβαλλόμενου χρώματος για τον εντοπισμό αρχόμενης τερηδονικής επεξεργασίας της εταιρείας 3ΜESPE.
Δ) Μέτρηση της ηλεκτρικής αγωγιμότητας/αντίστασης του δοντιού (ECM)

- Αλλά και τεχνικές φθορισμού των σκληρών οδοντικών ιστών που διακρίνονται σε:
1)     μέτρηση του φθορισμού του δοντιού (QLF, Diagnodent, Vistaproof, BD-LFS)
2)     μέτρηση της σκέδασης των ακτίνων στα δόντια(DIFOTI, NIRTI, Caries ID)
3)     φωτοθερμική ραδιομετρία (Canary system)


Η ευαισθησία και ειδικότητα μιας εξεταστικής μεθόδου περιγράφουν την ακρίβεια μιας εξέτασης.

Η ευαισθησία υπολογίζει το ποσοστό των ψευδώς αρνητικών και η ειδικότητα το ποσοστό των ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων όταν ελέγχεται μεγάλος αριθμός θετικών και αρνητικών δειγμάτων.
Μια εξέταση θεωρείται ευαίσθητη, όταν μπορεί να εντοπίσει με επιτυχία τα θετικά αποτελέσματα. Η ευαίσθητη εξέταση, επομένως, έχει όσο το δυνατόν λιγότερα ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα. Αντίθετα, μια εξέταση θεωρείται ειδική, όταν μπορεί να εντοπίσει με επιτυχία τα αρνητικά αποτελέσματα. Η ειδική εξέταση, επομένως, έχει όσο το δυνατόν λιγότερα ψευδώς θετικά αποτελέσματα.

Προυποθέσεις σωστής οπτικής παρατήρησης

Βασικές προυποθέσεις παρατήρησης των μασητικών επιφανειών είναι
1)     ο καλός φωτισμός 
2)     η καλή ορατότητα της περιοχής
3)     η καθαρή επιφάνεια
4)     η στεγνή επιφάνεια

Οι αλλαγές στο χρώμα και τη διαφάνεια της αδαμαντίνης αλλά και οι απασβεστιωμένες περιοχές ή οι μικροκοιλότητες δεν είναι ορατές παρά μόνο μετά από προσεκτικό καθαρισμό των επιφανειών για την απομάκρυνση της οδοντικής πλάκας και των χρωστικών, τον πολύ καλό φωτισμό και την ορατότητα της περιοχής και ένα επιμελές στέγνωμα του δοντιού, καθώς και οι οπές και σχισμές εγκλωβίζουν χρωστικές και προιόντα τροφών.
Για την αφαίρεση της πλάκας και των χρωστικών από τις σχισμές προτείνεται η χρήση πάστας καθαρισμού πάνω σε κωνικό βουρτσάκι καθαρισμού αλλά και η χρήση λεπτού ανιχνευτήρα που μπορεί να διεισδύσει σε σχισμές και να αφαιρέσει τυχόν οργανικά υπολείμματα. Για μια αποτελεσματικότερη αφαίρεση χρωστικών από τις σχισμές έχει προταθεί η χρήση συσκευών εκτόξευσης σόδας. Η χρήση συσκευών εκτόξευσης αλουμίνας έχει επίσης προταθεί για την αφαίρεση χρωστικών από τις σχισμές καθώς και η χρήση σκόνης βιοενεργού υάλου είναι σε σκληρότητα πολύ χαμηλότερη από των κόκκων αλουμίνας.
Σε άρθρο τους ο MESTRINER και οι συνεργάτες του το 2004 υποστήριξαν ότι σε in vitro εξέταση τερηδονικών αλλοιώσεων μασητικών επιφανειών μονίμων γομφίων η οπτική παρατήρηση παρουσίαζε καλύτερα αποτελέσματα σε ότι αφορά την ευαισθησία και την ειδικότητα από την ακτινογραφική εξέταση (20).




Στόχοι της οπτικής παρατήρησης
Στόχοι της οπτικής παρατήρησης είναι η διαπίστωση μεταβολών στη διαφάνεια, στο χρώμα, την ακεραιότητα της αδαμαντίνης που περιβάλλει τις οπές και σχισμές και που φυσικά υποδεικνύουν την ύπαρξη τερηδονικής προσβολής.
Οι αλλαγές στη διαφάνεια της αδαμαντίνης σχετίζονται τόσο με αρχόμενες τερηδόνες όσο και με προχωρημένες στην οδοντίνη βλάβες.
Στις αρχόμενες βλάβες η αλλαγή αφορά την έκταση της επιφανειακής αλλοίωσης.
Ένα καλό κάτοπτρο και ένας αμβλύς ανιχνευτήρας είναι τα βασικότερα εργαλεία τεκμηρίωσης ευρήματος, για την ανακάλυψη τερηδόνας. 

 



Ανιχνευτήρας
Για πολλά χρόνια, η χρήση του ανιχνευτήρα αποτελούσε σημαντικό διαγνωστικό μέσο στην οπτική εξέταση. Παρόλα αυτά in vitro και in vivo μελέτες, έχουν δείξει ότι μόνο το 24% των μασητικών τερηδόνων και το 28,5% των όμορων τερηδόνων αναγνωρίστηκαν και ήταν πραγματικά τερηδόνες όταν σαν κριτήριο διάγνωσης τερηδόνας ήταν το «σκάλωμα» του ανιχνευτήρα . Η διαγνωστική αξία της χρήσης του οξύαιχμου ανιχνευτήρα(14%) μαζί με την επισκόπηση (12%) είναι μικρή και δεν προσφέρει μεγαλύτερη βοήθεια στη διάγνωση της τερηδόνας των οπών και σχισμών, απ’ ότι η απλή επισκόπηση ή ο συνδυασμός επισκόπησης και ακτινογραφίας (49%).(Πίνακας 2)

Το λεγόμενο «σκάλωμα» του ανιχνευτήρα για παράδειγμα δεν μπορεί να είναι ενδεικτικό της ύπαρξης τερηδόνας γιατί ανάλογο «σκάλωμα» του ανιχνευτήρα μπορεί να συμβαίνει και σε μια απόλυτα υγιή αλλά βαθειά οπή ή σχισμή χωρίς ίχνος τερηδόνας. Επιπρόσθετα έχει βρεθεί ότι ο οξύαιχμος ανιχνευτήρας, όταν ασκείται με πίεση κυρίως σε μία αύλακα ή σχισμή , μπορεί να προκαλέσει μη αντιστρεπτές ιατρογενείς βλάβες, όπως τη διαταραχή της επιφάνειας μιας ήδη εγκατεστημένης λευκωπής κηλίδας ή μιας “ανενεργούς” ή “στάσιμης” τερηδόνας. Επομένως, με δεδομένη την αναξιοπιστία, τη φτωχή διαγνωστική του αξία, τη δυνατότητα να προξενήσει ιατρογενή βλάβη, καθώς και τη μεταφορά μικροβίων, ο οξύαιχμος ανιχνευτήρας δε θα πρέπει να χρησιμοποιείται σαν αξιόπιστο μέσο διάγνωσης της τερηδόνας των οπών και σχισμών των δοντιών. Αντί αυτού μπορεί να χρησιμοποιηθεί η αμβλεία περιοδοντική μύλη ή ένας αμβλύς ανιχνευτήρας, όταν απαιτείται ο καθαρισμός της σχισμής του δοντιού από την πλάκα ή άλλα υπολείμματα, πριν την κλινική εξέταση, σκοπεύοντας στον έλεγχο της υφής της επιφάνειας της βλάβης και την ύπαρξη ελλείμματος (οπής) οδοντικής ουσίας ή απασβε-
στιωμένων περιοχών.



Ευρήματα οπτικής εξέτασης
Χρωστικές:
 Έχει βρεθεί ότι η μορφολογία της σχισμής και οι χρωστικές που υπάρχουν σε αυτήν, είναι κριτήρια με υψηλές τιμές ευαισθησίας (71% & 68% αντίστοιχα), αλλά χαμηλές τιμές εξειδίκευσης (43% & 17% αντίστοιχα). Αυτό σημαίνει ότι το 55% των υγιών δοντιών θα ταξινομηθεί λανθασμένα, όταν το κριτήριο διάγνωσης είναι οι χρωστικές, με αποτέλεσμα 1 στα 2 δόντια να θεραπεύονται χωρίς να είναι απαραίτητο.
Επομένως, οι χρωστικές που εμφανίζονται στις αύλακες και σχισμές των δοντιών δεν αποτελούν σαφή ένδειξη τερηδονισμού του δοντιού και δεν θα πρέπει να βασιζόμαστε σ’αυτές προκειμένου να διαγνώσουμε μια τερηδόνα και να επέμβουμε.
Απασβεστίωση
Οι λευκές γραμμές απομεταλλικοποίησης γύρω από τα όρια μιας σχισμής ή οπής αποτελούν αντίθετα μια σαφή ένδειξη ότι υπάρχει τερηδονική δραστηριότητα. Στις περιπτώσεις που η εξεταζόμενη περιοχή είναι προσπελάσιμη για την κλινική εξέταση, θα ήταν χρήσιμη η εκτίμηση της σκληρότητάς της, με τη βοήθεια της περιοδοντικής μύλης (ή ενός ανιχνευτήρα με αμβλύ άκρο), που θα εφαρμόζει ήπιες πλάγιες κινήσεις, χωρίς να γίνεται προσπάθεια διείσδυσης στην κυρίως βλάβη.
Μικροκοιλότητες
Η έλλειψη οδοντικών ιστών, επίσης όπως και οι μικροκοιλότητες, μπορούν να χρησιμοποιηθούν σαν κριτήρια διάγνωσης μιας τερηδόνας. Ο βαθμός και η σοβαρότητα αυτής της έλλειψης καθορίζουν και τις βαθμίδες επέκτασης της τερηδόνας.
Συμπερασματικά, η ακεραιότητα της αδαμαντίνης μας εξασφαλίζει έως
και 100% των περιπτώσεων την απουσία τερηδόνας. Αυτό όμως δεν ισχύει
στο φαινόμενο της κρυφής τερηδόνας.
Αυτά που θα πρέπει να έχει υπ’ όψη του ο κλινικός είναι τα εξής:
Όταν υπάρχει απώλεια
 • οδοντικής ουσίας, η οποία μπορεί να εντοπιστεί με γυμνό οφθαλμό ή χρησιμοποιώντας κάποιο οδοντιατρικό εργαλείο, η πιθανότητα να έχει φτάσει η τερηδόνα στην οδοντίνη είναι μεγάλη (30-40%).
• Όταν όμως δεν έχει σχηματιστεί κοιλότητα, η πιθανότητα αυτή είναι μικρή.

Ακτινογραφία Μυλικής σύγκλεισης (bitewing).
Η ακτινογράφηση των δοντιών μας δίνει την δυνατότητα να εντοπίσουμε τις υπάρχουσες τερηδονικές βλάβες, είτε αυτές βρίσκονται στα αρχικά είτε σε πλέον προχωρημένα στάδια. Είναι μέθοδος ιδιαίτερα χρήσιμη στις μεσοδόντιες περιοχές όπου άλλες μέθοδοι αποτυγχάνουν με μικρή διαγνωστική αξία στις μασητικές τερηδόνες. Η έρευνα στη σχέση της τερηδονικής απεικόνισης και της ιστολογικής βλάβης δείχνει ότι η τερηδόνα προηγείται ενός ολόκληρου σταδίου από αυτό που δείχνει η ακτινογραφία και αυτό πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψιν στην απόφαση για επέμβαση στη βλάβη.

Η ψηφιακή ακτινογραφία μπορεί να ξεχωρίσει σε άμεση και έμμεση.

Αμεση είναι η ακτινογραφία που λαμβάνεται με την ακτινοβόληση ειδικού αισθητήρα (CCD ευαίσθητου στην ακτινοβολία X), που καταγράφει τις διαφορετικές πυκνότητες απορρόφησης της ακτινοβολίας από τους σκληρούς ιστούς. Οι διαφορές αυτές μετατρέπονται σε ηλεκτρικό σήμα και εμφανίζονται με κατάλληλη επεξεργασία σαν ακτινογραφική εικόνα σε οθόνη τηλεόρασης (Video σήμα) ή οθόνη υπολογιστή (ψηφιακό σήμα). 
Πλεονεκτήματα της μεθόδου είναι η χρήση χαμηλών ποσοτήτων ακτινοβολίας και η δυνατότητα άμεσης παρουσίασης και επεξεργασίας της εικόνας .
Η διαγνωστική ικανότητά του θεωρείται σχεδόν ίση με αυτή του σωστού συμβατικού ακτινογραφήματος ( 40% και 90% αντίστοιχα για τις μασητικές) αν και η εξέλιξη των μηχανημάτων αυτών πιθανόν στο μέλλον να αποδειχτεί περισσότερο αποτελεσματική.

Έμμεση είναι η ακτινογραφία που λαμβάνεται κανονικά με τη συμβατική τεχνική και στη συνέχεια ψηφιοποιείται. Βασικό πλεονέκτημα της τεχνικής είναι ότι μπορεί η εικόνα να υποστεί επεξεργασία και να διορθωθεί ή να ενισχυθεί αυξάνοντας την διαγνωστική αξία του αρχικού ακτινογραφήματος που παρουσιάζει πρόβλημα. Η διαγνωστική αξία της έμμεσης ψηφιακής έναντι ενός σωστά ληφθέντος συμβατικού ακτινογραφήματος δεν θεωρείται μεγαλύτερη.


Η άμεση ψηφιακή ακτινογραφία
Το σύστημα λειτουργεί με τη χρήση πλακιδίων CCD. Η ψηφιακή απεικόνιση γίνεται ενσύρματα ή ασύρματα στον ηλεκτρονικό υπολογιστή όπου γίνεται η παρουσία και επεξεργασία της (7) .Η αποκάλυψη τερηδονικών αλλοιώσεων που παρουσιάζονται μασητικά στην αδαμαντίνη είναι δύσκολη, ενώ η αποκάλυψη αλλοιώσεων που επεκτείνονται στην οδοντίνη είναι πιο αποτελεσματική σε σχέση με το συμβατικό ακτινογραφικό πλακίδιο8. Το σημαντικότερο χαρακτηριστικό της ψηφιακής ακτινογραφίας είναι η δυνατότητα μεγέθυνσης και βελτίωσης κάποιων χαρακτηριστικών της απεικόνισης
 Χρήση χρωστικών
Οι χρωστικές είναι μη ειδικές πρωτεΐνες που βάφουν το οργανικό υπόστρωμα της λιγότερο ενασβεστιωμένης οδοντίνης. Τα διαγνωστικά αυτά όμως βοηθήματα είναι περιορισμένης αξιοπιστίας λόγω του τρόπου λειτουργίας τους, για αυτό θα πρέπει να συνδυάζονται και με ακτινογραφία μυλικής σύγκλεισης (12). Η αδυναμία της μεθόδου είναι ότι οι χρωστικές μπορούν να βάψουν εκτός από το οργανικό υπόστρωμα της λιγότερο ενασβεστωμένης οδοντίνης και τη φυσιολογική οδοντίνη γύρω από τον πολφό αλλά και την υγιή στην αδαμάντινο-οδοντινική σύναψη (11,12).
Έτσι υπάρχει κίνδυνος αφαίρεσης και υγιών οδοντικών ιστών.
Οι χρωστικές είναι:
α. 0,5% φουξίνη βασική,
β. 1% κόκκινο όξινο,
γ. μπλε χρωστική13,14.

Η πρόσληψη χρωστικών από την αρχόμενη τερηδόνα στην αδαμαντίνη ενώ έχει αποδειχτεί ότι μπορεί να δώσει καλά αποτελέσματα με φθορίζουσες χρωστικές, αυτές εν τούτοις δεν έχουν αποδειχτεί ακόμα ασφαλείς τοξικολογικά και δεν χρησιμοποιούνται ακόμα ευρέως στην κλινική πράξη.

 Χρήση υπερήχων
Βασίζεται στη διαφορετική αλληλεπίδραση τους με τα διάφορα στρώματα των οδοντικών ιστών και απασβεστιωμένων δομών (8). Είναι μέθοδος ευαίσθητη για τη διάγνωση της τερηδόνας με υψηλό, όμως, κοστολόγιο της συσκευής. Η ευαισθησία και εξειδίκευση της μεθόδου είναι 88% και 86% αντίστοιχα(15).

Αλγινικό αποτυπωτικό υλικό μεταβαλλόμενου χρώματος για τον εντοπισμό αρχόμενης τερηδόνικής επεξεργασίας της εταιρείας 3ΜESPE
Το αποτυπωτικό υλικό κατά την αποτύπωση των δοντιών βάφεται ανάλογα εκεί όπου υπάρχει τερηδονική προσβολή.

Μέτρηση της ηλεκτρικής αγωγιμότητας
Βασίζεται στην αύξηση της ηλεκτρικής αγωγιμότητας στους απασβεστιωμένους ιστούς. Όσο υψηλότερες είναι οι τιμές τόσο μεγαλύτερος είναι και ο βαθμός της απασβεστίωσης(16). Οι τιμές είναι από 0-9. Τιμές μεγαλύτερες του 4 σημαίνουν παρουσία τερηδόνας (17). Η ηλεκτρική αγωγιμότητα μετριέται με τη βοήθεια ενός ανιχνευτή και την παρουσία σάλιου. Πριν τη μέτρηση η επιφάνεια καλύπτεται με το ΚΥ jelly, το οποίο θεωρείται και το καλύτερο αγώγιμο (18).
Η απασβεστίωση των δοντιών κατά την τερηδονική προσβολή και η δημιουργία μικροπόρων που στο στοματικό περιβάλλον πληρούνται από υγρό, έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση της αγωγιμότητας των δοντιών ( ή την μείωση της ηλεκτρικής του αντίστασης). Επειδή η μεταβολή είναι μικρή, η μέτρηση γίνεται με την εφαρμογή ενός μικρού δυναμικού (1 Volt) οπότε η καταγραφόμενη ηλεκτρική στα υγιή δόντια από τα 600 kohms πέφτει στα 250 kohms ή και περισσότερο , ανάλογα με το βάθος της βλάβης.
Η δοκιμασία αποδεικνύεται καλύτερη της οπτικής και της ακτινογραφικής εξέτασης, έχει εφαρμογή σε λείες και μασητικές επιφάνειες, δεν μπορεί όμως να διακρίνει τις υποπλαστικές βλάβες και τα κατάγματα από την τερηδονική βλάβη. Επίσης, παρά το ότι η συσκευή δεν είναι ακριβή, δεν επιτυγχάνει στην κλινική πράξη την απαραίτητη επαναλειψιμότητα των μετρήσεων.
Για την μέτρηση, το υπό εξέταση δόντι απομονώνεται, ο ασθενής γειώνεται, και με τον ηλεκτρικό ανιχνευτήρα μετράται η υγιής επιφάνεια του δοντιού και στη συνέχεια η βλάβη. 
Η αποτελεσματικότητα της μεθόδου, φαίνεται να είναι μεγαλύτερη στις βλάβες που φθάνουν στην οδοντίνη από αυτές της αδαμαντίνης και περισσότερο ευαίσθητη παρά ειδική. Γιαυτό και τα αποτελέσματα μελετών δεν συμφωνούν απόλυτα στα νούμερα ευαισθησίας και ειδικότητας, αφού άλλοτε οι εργασίες αφορούν συνολικά την διάγνωση και άλλοτε διαχωρίζουν τη διάγνωση τερηδόνων διαφορετικών σταδίων.


ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΟΠΤΙΚΩΝ ΙΔΙΟΤΗΤΩΝ ΠΟΥ ΒΑΣΙΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΦΘΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΑΔΑΜΑΝΤΙΝΗΣ

Οι οπτικές ίνες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διάγνωση όμορων βλαβών με επέκταση στην οδοντίνη, αλλά όπως συμβαίνει και στην ακτινογραφία δεν μπορούν να διαφοροποιήσουν τις ενεργές από τις ανενεργές βλάβες, καθώς και εκείνες που έχουν δημιουργήσει κοιλότητα και εκείνες που δεν έχουν δημιουργήσει (1).

 Diagnodent classic και Diagnodent pen (2190)
Είναι μηχανήματα υψηλής τεχνολογίας που με τη βοήθεια Laser εντοπίζονται αρχόμενες τερηδόνες. Διαθέτουν παρόμοιες δυνατότητες με τη διαφορά ότι το Diagnodent pen είναι φορητό χωρίς καλώδια σύνδεσης έχοντας τη δυνατότητα να τοποθετείται και να περιστρέφεται, ακόμη και στις πλέον δυσπρόσιτες περιοχές. Λειτουργούν σε μήκος κύματος λ=655 nm9,16. Όταν η δέσμη έρθει σε επαφή με αλλοίωση της υφής των σκληρών οδοντικών ιστών τότε ανακλάται με μεγαλύτερο μήκος κύματος και λιγότερη ενέργεια. Οι αλλαγές αυτές εντοπίζονται από έναν αισθητήρα και αναλύονται σε μια κλίμακα από 0-99. Συγκεκριμένα, τιμές από 30-60 δηλώνουν αρχόμενες βλάβες ή βλάβες που περιορίζονται στην αδαμαντίνη, τιμές πάνω από 60 υποδηλώνουν βλάβη που επεκτείνεται και στην οδοντίνη.
Οι τερηδονισμένοι ιστοί παρουσιάζουν τιμές ανάλογες με την έκταση της βλάβης . Η συσκευή βοηθά στην εκτίμηση της τερηδόνας των λείων επιφανειών και θεωρείται η πιο ακριβής μέθοδος εντόπισής της στη μασητική επιφάνεια σε νεογιλούς γομφίους . Επίσης, βοηθά στη διάγνωση τερηδόνας των οπών και σχισμών και κατάρτιση του σχεδίου θεραπείας τερηδόνων που εντοπίζονται στη μασητική επιφάνεια των οπισθίων . Το Diagnodent pen έχει δείξει υψηλή αξιοπιστία υψηλότερη ακόμη και από την ακτινογραφία, όταν η εξεταζόμενη περιοχή είναι οι μασητικές επιφάνειες.
Σε έρευνα του Lussi και των συνεργατών του το 2001 που αφορούσε μασητικές επιφάνειες γομφίων και προγομφίων η ευαισθησία του Diagnodent ήταν 96% για τερηδονικές αλλιώσεις της αδαμαντίνης, ενώ το ποσοστό ευαισθησίας της οπτικής παρατήρησης ήταν 63% και της ακτινογραφίας μυλικής συγκλείσεως 63%.
Έρευνα του Heinrich-Weltzien και των συνεργατών του σε πρώτους και δεύτερους γομφίους χωρίς λύσης της επιφάνειας της αδαμαντίνης έδειξε ποσοστά ευαισθησίας και ειδικότητας 25% και 100% για την οπτική εξέταση, 93% και 63% για το Diagnodent και 70% και 96% για τον ακτινογραφικό έλεγχο (19). Οι περισσότερες έρευνες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο συνδυασμός της οπτικής παρατήρησης με τη συσκευή Diagnodent είναι αυτός με τα καλύτερα αποτελέσματα σε ότι αφορά τη διάγνωση τερηδονικών βλαβών χωρίς κοιλότητα. 

Ενδοσκόπιο λευκού φωτός (WLE white light endoscopy)
Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, μια λευκή φωτεινή πηγή συνδέεται με το ενδοσκόπιο και παρατηρείται το δόντι χωρίς φίλτρο μέσω του ενδοσκοπίου (24).
Πλεονεκτήματα:
Περιοχές δύσκολες στην παρατήρηση όπως οι όμορες επιφάνειες.
Μειονεκτήματα:
Το δόντι πρέπει να είναι στεγνό και συνεχώς απομονωμένο. Το βάρος του καλωδίου των οπτικών ινών τείνει να στρέψει το ενδοσκόπιο.

Μέθοδος FOTI (Fiber Optic Transillumination)
Οποιαδήποτε διαταραχή της δομής της αδαμαντίνης (τερηδόνα, υποπλασία, ράγισμα) εμποδίζει τη διέλευση του φωτός, προκαλώντας διαφόρου βαθμού και έκτασης σκίαση. Η μέθοδος βασίζεται στο ότι οι απασβεστιωμένοι οδοντικοί ιστοί παρουσιάζουν χαμηλότερο βαθμό διαπερατότητας σε σχέση με τους υγιείς . Οι τερηδονικές βλάβες εμφανίζονται σα σκιάσεις. οπότε έχουμε καλύτερη διάγνωση στις όμορες από ότι με την οπτική εξέταση , στη δε μασητική επιφάνεια θεωρείται τόσο ακριβής όσο και η λεπτομερής οπτική εξέταση .
Μπορεί να θεωρηθεί ένα καλό εργαλείο σε συνδυασμό με την ακτινογραφία και την οπτική εξέταση .

Μέθοδος DIFOTI (Digital Imaging Fiber Optic Transillumination)
Χρησιμοποιούνται οπτικές ίνες για τον εντοπισμό της τερηδόνας και κάμερα όπου η επεξεργασία και απεικόνιση γίνεται με τη βοήθεια ηλεκτρονικού υπολογιστή. Τα πλεονεκτήματα της μεθόδου είναι ότι χρησιμοποιείται μη ιονίζουσα ακτινοβολία, δεν έχουμε φιλμ, και τέλος γίνεται άμεση διάγνωση ιδιαίτερα σε πρώιμες βλάβες που δε φαίνονται ακτινογραφικά. Οι τερηδονισμένοι ιστοί εμφανίζονται ως σκοτεινές περιοχές. Γίνονται προσπάθειες για την εφαρμογή της στην καθημερινή πράξη.


Ο φθορισμός (QLF)
Στηρίζεται στην αρχή ότι όταν η υγιής αδαμαντίνη και οδοντίνη εκτίθενται σε ακτινοβολία Laser συγκεκριμένου μήκους κύματος μπορεί να προκληθεί φθορισμός .
Σαυτήν την αρχή στηρίζεται η μέθοδος QLF όπου έχουμε μείωση του φθορισμού σε απασβεστιωμένη αδαμαντίνη όταν εκτίθεται σε μπλε ιώδες (φως Laser) με μήκος κύματος λ=488nm, οπότε οι περιοχές που έχουν απασβεστωποιηθεί φαντάζουν σαν μαύρες ζώνες .


Ενδοσκοπικά φιλτραρισμένος φθορισμός (EFF Endoscopically-viewed filtered Fluorescence)
Η τεχνική περιγράφτηκε αρχικά από τους Pitts και Longbottom, το 1987. Για τη διάγνωση χρησιμοποιείται ο φθορισμός της αδαμαντίνης, όταν αυτή φωτίζεται με μπλε φως που έχει ένα μήκος κύματος λ=400-500nm. Το δόντι παρατηρείται μέσω ενός ειδικού φίλτρου ζελατίνης χρώματος πρασίνου του ενδοσκοπίου της εταιρείας Eastman Kodak No 58. Με τη μέθοδο αυτή μπορούν να αποκαλυφθούν μικρές τερηδονικές βλάβες που είναι δύσκολο να εντοπισθούν με γυμνό μάτι στις όμορες. Τα πλεονεκτήματα της EFF μεθόδου είναι ότι το ενδοσκόπιο δεν παρουσιάζει στρέψη, διότι δεν έχουμε φωτεινή πηγή άμεσα όπως στην WLE μέθοδο, ως μειονέκτημα δε αναφέρεται ότι, αν και χρειάζεται στέγνωμα και απομόνωση του δοντιού, η τεχνική απαιτεί σύγχρονο χειρισμό δύο διαφορετικών πραγμάτων δηλ. του μπλε φωτός και του ενδοσκοπίου. Έτσι, χρειάζεται πάντα ένας βοηθός για να γυρίζει το μπλε φως στο υπό εξέταση δόντι. Οι χρόνοι εξέτασης που απαιτούνται για τις διάφορες μεθόδους είναι: Για τις μεθόδους FOTI, μυλικής σύγκλεισης (Bite-wing), Ro απαιτούνται 3-5 λεπτά, για την WLE 5-7 λεπτά και τέλος για την EFF 5-10 λεπτά24. Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι παρά τις έρευνες δεν έχει βρεθεί ακόμη το τέλειο εργαλείο για τη διάγνωση και αξιολόγηση της τερηδονικής νόσου.

Όλες οι σύγχρονες διαγνωστικές μέθοδοι που αναφέρθηκαν χρησιμοποιούνται, σήμερα, ως βοηθητικά μέσα και κυρίως, όπου η διάγνωση είναι δύσκολη ή αμφιλεγόμενη. Με τη σωστή όμως χρήση μπορούν να βοηθήσουν στην ορθή, έγκαιρη και ακριβή διάγνωση. Πιστεύεται ότι η συνεχής ανάπτυξη της τεχνολογίας θα έχει ως αποτέλεσμα την τελειοποίηση των παραπάνω μεθόδων συμβάλλοντας, έτσι, στη διάγνωση της τερηδόνας τόσο στη μασητική όσο και στις όμορες επιφάνειες. Όλες οι παραπάνω μέθοδοι μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στην εξέταση, τη διάγνωση και την τεκμηρίωση και με βάση αυτά να ολοκληρωθεί το σχέδιο θεραπείας.

ΤΡΑΥΜΑ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΕΞΕΤΑΣΗ



Αιτιολογία και εξέταση οδοντικού τραύματος νεογιλού και μόνιμου φραγμού.


Πολλοί είναι οι παράγοντες που προκαλούν τον τραυματισμό των νεογιλών και μόνιμων δοντιών. Οι παράμετροι είναι βιολογικές, ψυχολογικές και συμπεριφορικές.
     Συγκεκριμένα
     Σύμφωνα με την AAPD ο σημαντικότερος λόγος τραυματισμού των νεογιλών δοντιών είναι οι πτώσεις και οι συγκρούσεις λόγω της αναπτυσσόμενης ικανότητας των νηπίων για βάδιση αλλά ταυτόχρονα ανικανότητας για ελεγχόμενο τρέξιμο. Πιο συχνός τόπος ατυχήματος είναι το σπίτι με 38% και μετά το σχολείο 32% , πιο συχνά σημεία πτώσης και σύγκρουσης είναι το σκληρό έδαφος, το πάτωμα και τα σκαλιά. Κορύφωση των ατυχημάτων συμβαίνει στα 2-3 έτη.
Οι βιολογικοί παράγοντες που επηρεάζουν τον τύπο του τραύματος είναι η ποιότητα του στηρικτικού οστού που έχει μειωμένη σκληρότητα στα παιδιά και το κοντό ύψος των ριζών. Ο δεύτερος λόγος για τον τραυματισμό των νεογιλών δοντιών παραμένει η κακοποίηση. Σε υποψία για κακοποίηση ή παραμέληση μπορεί να βάλει τον θεράποντα ιατρό η καθυστέρηση στην εξέταση( επίσκεψη).
     Στα μόνιμα δόντια μετά την πτώση πρόσκρουση σε σκληρό ανένδοτο αντικείμενο παρουσιάζονται τραυματισμοί στα αυτοκινητιστικά ατυχήματα ή με ποδήλατο, στη βία και στα σπορ. Η παρεμβολή μαλακών μορίων ή η πρόσκρουση σε μαλακό αντικείμενο οδηγεί σε τραύμα των περιοδοντικών ιστών.  Όλα τα σπορ είναι επικίνδυνα λόγω της επαφής με σκληρές επιφάνειες και λόγω της έντονης σωματικής επαφής. Προφανώς για κοινωνικούς λόγους σε κάθε χώρα τα στατιστικά για την αιτιολογία των τραυμάτων διαφοροποιούνται. Για παράδειγμα χαρακτηριστικοί λόγοι για κατάγματα μύλης είναι σπορ του πάγου τα οποία στη χώρα μας στερούμαστε.  Η ακαδημία προτείνει τη χρήση προστατευτικών μέσων στα σπορ για την αποφυγή τέτοιων συνεπειών. Οι μισοί από αυτούς τους τραυματισμούς συμβαίνουν στο σχολείο στα παιδιά με μεικτό ή μόνιμο φραγμό.
Στους βιολογικούς παράγοντες είναι η αυξημένη οριζόντια πρόταξη των άνω τομέων. Αν η τελευταία είναι 0-6mm τότε το ποσοστό διπλασιάζεται ενώ πρόταξη πάνω από 6mm τριπλασιάζει τον κίνδυνο για τραυματισμό. Στην κατηγορία ατόμων υψηλού κινδύνου είναι και οι ασθενείς με κοντό χείλος. Τέλος τα άτομα που έχουν επιληπτικές κρίσεις εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο τραύματος. Πιο συγκεκριμένα σε αναδρομική μελέτη το 1978 σε 437 επιληπτικά  άτομα βρέθηκε πως το 52% αυτών των ασθενών είχε χτυπήσει επανειλημμένα στα δόντια. Κίνδυνο να τραυματιστούν διατρέχουν επίσης και οι ασθενείς με αναπηρία και υπερκινητικότητα.  



Εξέταση

Λήψη ιστορικού
Κατά τη λήψη του ιστορικού πρέπει να ερωτηθούν τα παρακάτω
1)     Όνομα ασθενούς, ηλικία, φύλο, διεύθυνση, τηλέφωνο?
Εκτός από την προφανή χρησιμότητα των παραπάνω στοιχείων η ικανότητα του ασθενή να δώσει τις ζητούμενες πληροφορίες μπορεί επίσης να δώσει στοιχεία για πιθανή εγκεφαλική εμπλοκή ή τη γενική πνευματική κατάσταση.
2)     Πότε συνέβη το ατύχημα?
Ο χρόνος που μεσολαβεί από τον τραυματισμό μέχρι την αντιμετώπιση επηρεάζει το αποτέλεσμα της επανεμφύτευσης εκγομφομένων δοντιών. Επιπλέον η επιτυχία της θεραπείας δοντιών που έχουν υποστεί χαλάρωση, κάταγμα μύλης με ή χωρίς αποκάλυψη πολφού ή και κάταγμα οστού μπορεί να επηρεαστεί από την καθυστερημένη αντιμετώπιση. Επίσης καθυστέρηση στην αναζήτηση θεραπείας ενδέχεται να υποκρύπτει πιθανή παιδική κακοποίηση, αν ο ασθενής είναι μικρής ηλικίας.
3)     Πού συνέβη το ατύχημα?
Η παραπάνω πληροφορία είναι απαραίτητη τόσο για λόγους νομικής κάλυψης όσο και για τεκμηρίωση της ανάγκης κάλυψης με το αντιτετανικό εμβόλιο.
4)     Πως συνέβη το ατύχημα?
Η φύση του ατυχήματος παρέχει πολλές πληροφορίες σχετικά με τον τύπο του τραύματος που αναμένεται. Για παράδειγμα ένα κτύπημα στον πώγωνα συνήθως προκαλεί κάταγμα στην γενειακή σύμφυση ή στην περιοχή του κονδύλου καθώς και κατάγματα μύλης-ρίζας σε γομφίους και προγομφίους. Ατυχήματα στα οποία το παιδί έχει υποστεί πτώση με κάποιο αντικείμενο στο στόμα συνήθως προκαλείται μετατόπιση των δοντιών σε παρειακή κατεύθυνση. Στις περιπτώσεις νεαρών παιδιών ή και γυναικών με παρουσία πολλαπλών τραυμάτων στους μαλακούς ιστούς σε διαφορετικά στάδια επούλωσης και όταν συνυπάρχει με μια έντονη διαφωνία ανάμεσα στα κλινικά σημεία και το αναφερόμενο ιστορικό πρέπει να υποψιαζόμαστε την παρουσία του battered παιδιού ή γυναίκας και να παραπέμπουμε τον ασθενή για ιατρική εξέταση.
5)     Αν ο ασθενής είχε χάσει τις αισθήσεις του?
Σε θετική απάντηση ο ασθενής παραπέμπεται για ιατρική εξέταση κάτι που δεν αποκλείει την παροχή άμεσης επείγουσας οδοντιατρικής φροντίδας όπως είναι η επαναμφύτευση εκγομφομένου δοντιού.
6)     Αν υπάρχουν προηγούμενα τραύματα στα δόντια?
Κάποια παιδιά είναι πιο επιρρεπή σε τραυματισμούς (πχ ενασχόληση με αθλητισμό). Μια τέτοια πληροφορία μπορεί να επηρεάσει τη θεραπευτική αντιμετώπιση.
7)     Αν υπάρχει αλλαγή στη σύγκλειση?
Αλλαγές στη σύγκλειση υποδεικνύουν πιθανή οδοντική εξάρθρωση, κάταγμα στους κονδύλους ή κατάγματα σε φατνιακό οστό και γνάθους.
8)     Αν υπάρχει αυξημένη ευαισθησία στις αλλαγές θερμοκρασίας?
Παρατηρείται σε δόντια που έχουν υποστεί κάταγμα μύλης με εμπλοκή οδοντίνης,
9)     Ιατρικό ιστορικό?
Δίνεται ιδιαίτερη σημασία στην ύπαρξη αλλεργίας σε κάποιο φάρμακα ή υλικό, αιματικές διαταραχές ή άλλες καταστάσεις που μπορεί να επηρεάσουν τη θεραπεία.
10)  Αν έχει προηγηθεί θεραπεία του δοντιού αλλού?
Προηγούμενη θεραπεία όπως η ακινητοποίηση ή επαναμφύτευση του δοντιού        πρέπει να ληφθούν υπόψη πριν προχωρήσουμε σε περαιτέρω θεραπεία. Είναι επίσης σημαντικό να γνωρίζουμε το μέσο διατήρησης του εκγομφωμένου δοντιού.


Κλινική εξέταση
1)     Καταγραφή εξωστοματικών πληγών και ψηλάφηση του σκελετού του προσώπου. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην ύπαρξη ασυμμετρίας προσώπου (χαρακτηριστική σε κατάγματα γνάθου) , μειωμένη διάνοιξη στόματος ενδεικτική σε κάταγμα της ΚΦΓΔ, ευαισθησία κατά την ψηλάφηση του σκελετού που δηλώνει κατάγματα γνάθου. Ύπαρξη αιματώματος στην περιοχή του γενείου έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς μπορεί να σχετίζεται με πιθανό κάταγμα της γνάθου στη σύμφυση ή τον κόνδυλο.
2)     Καταγραφή τραυματισμού του στοματικού βλεννογόνου και ούλων καθώς και υποβλεννογόνιας αιμορραγίας προερχόμενη από κάταγμα του υποκείμενου οστού της γνάθου.
3)     Εξέταση μύλης δοντιών για παρουσία και έκταση καταγμάτων, αποκάλυψη πολφού, ή αλλαγές στο χρώμα
4)     Καταγραφή μετατόπισης δοντιού ( ενσφήνωση, προς τα έξω μετατόπιση, πλάγια μετατόπιση ή εκγόμφωση)
5)     Διαταραχές στη σύγκλειση
6)     Μη φυσιολογική κινητικότητα δοντιών ή φατνιακής απόφυσης



Τεστ κινητικότητας
Είναι απαραίτητο για την διάγνωση τραυματισμοί που προκαλούν κινητικότητα μεμονωμένων δοντιών (εξάρθρωση δοντιού) ή κινητικότητα ομάδας δοντιών ( πιθανό κάταγμα φατνιακής απόφυσης) . Ο βαθμός της κινητικότητας θα πρέπει να καταγραφεί ως εξής:
0= απουσία χαλάρωσης ή αλλαγής
1= οριζόντια χαλάρωση ≤ 1χιλ
2= οριζόντια χαλάρωση > 1 χιλ
3= κατακόρυφη χαλάρωση ( αξονική)
Ο τύπος της εξάρθρωσης μπορεί να σχετίζεται με το βαθμό της κινητικότητας. Επιπλέον τυπικό σημάδι κατάγματος φατνιακής απόφυσης αποτελεί η μετακίνηση των γειτονικών δοντιών όταν εξετάζει η κινητικότητα ενός μεμονωμένου δοντιού. Πρέπει επίσης να έχουμε υπόψη τη φυσιολογική κινητικότητα που παρουσιάζουν τα υπό ανατολή δόντια καθώς και τα νεογιλά δόντια στα οποία έχει ξεκινήσει η φυσιολογική διαδικασία απορρόφησης των ριζών.
7)     Ψηλάφηση της φατνιακής απόφυσης
8)     Ευαισθησία των δοντιών στην επίκρουση και αλλαγές στον ήχο
Τεστ επίκρουσης
Ευαισθησία στην ψηλάφιση ή στην επίκρουση αποτελεί ένδειξη βλάβης στον περιοδοντικό σύνδεσμο και πρέπει να πραγματοποιείται με προσοχή καθώς κάποια δόντια είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να διεξάγεται με την άσκηση ελαφριάς δακτυλικής πίεσης αρχικά πριν την χρήση της λαβής του κατόπτρου με κατεύθυνση κατακόρυφη και οριζόντια. Επιπλέον η δοκιμασία επίκρουσης παρέχει πληροφορίες και για τη σχέση ανάμεση στο δόντι και το γειτονικό οστό. Ένας σκληρός , μεταλλικός ήχος που παράγεται μετά από επίκρουση του δοντιού σε οριζόντια κατεύθυνση αποτελεί ένδειξη πλάγιας μετατόπισης ή ενσφήνωσης ενώ παρόμοιος ήχος σε επόμενη επανεξέταση υποδεικνύει αγκύλωση του δοντιού. Ένας υπόκωφος ήχος συνδέεται με χαλάρωση ή προς τα μερική εκγόμφωση.

9)     Αντίδραση του δοντιού στα τεστ πολφικής ευαισθησίας

Tεστ ευαισθησίας

  1. Θερμικά
Τα αποτελέσματα από τα θερμικά τεστ δεν είναι αναπαραγώγιμα όσον αφορά τη διαβάθμιση της έντασης του ερεθίσματος ενώ ακόμα και φυσιολογικός πολφικός ιστός μπορεί να δώσει μια αρνητική ένδειξη. Μια θετική αντίδραση συνήθως είναι ένδειξη ζωντανού πολφού αλλά μπορεί να εμφανισθεί και σε μη ζωντανό πολφό όπως στην περίπτωση της γαγγραινώδης πολφίτιδας κατά την οποία το ζεστό ερέθισμα προκαλεί θερμική διαστολή των υγρών στην πολφική κοιλότητα ασκώντας πίεση στους φλεγμαίνοντες περιοδοντικούς ιστούς.

Θερμή γουταπέρκα: Θέρμανση ραβδίου γουταπέρκας 5χιλ για 2¨ πάνω από φλόγα και τοποθέτηση στο μέσο τριτημόριο της παρειακής επιφάνειας του δοντιού. Μη αναπαραγώγιμη μέθοδος με αμφίβολη εγκυρότητα.
Πάγος : Η αντίδραση στο ερέθισμα εξαρτάται από τη διάρκεια αυτού. Διάρκεια 5-8 ¨ αυξάνει την ευαισθησία της δοκιμασίας. Μη αναπαραγώγιμη μέθοδος με αμφίβολη εγκυρότητα.
Αιθυλική χλωρίδη: Ισχύουν τα ίδια μειονεκτήματα με τις προηγούμενες μεθόδους με τη διαφορά ότι δίνει πιο συνεχή αποτελέσμα.
Καρβονικό διοξείδιο: Δίνει συνεχή και έγκυρα αποτελέσματα ακόμα και σε ανώριμα δόντια. Η μέθοδος αυτή επιτρέπει τη εξέταση της ζωτικότητας ακόμα και σε δόντια που είναι καλυμμένα από προσωρινή στεφάνη ή ακινητοποίηση. Μειονεκτήματα της μεθόδου αποτελούν ο κίνδυνος πρόκλησης ρωγμών εξαιτίας της πολύ χαμηλής θερμοκρασίας ή αλλαγών στον πολφό μετά από παρατεταμένη έκθεση στο ερέθισμα.
Διχλωρική διφθοριομεθάνη: Δοκιμασία ψυχρού κατά την οποία ένα σπρευ απελευθερώνεται σε θερμοκρασία -28 πάνω στην επιφάνεια της αδαμαντίνης. Παρουσιάζει τα ίδια χαρακτηριστικά και μειονεκτήματα με την προηγούμενη μέθοδο.

  1. Ηλεκτρική δοκιμασία πολφού
Αποτελεί το  πιο σύγχρονο τεστ εκτίμησης της νευροαγγειακής κατάστασης του πολφού των τραυματισμένων δοντιών . Η τοποθέτηση του ηλεκτροδίου πρέπει να είναι όσο το δυνατό πιο κοντά στο κοπτικό άκρο. Είναι γνωστό ότι η εγκυρότητα της ηλεκτρικής δοκιμασίας είναι περιορισμένη σε αναπτυσσόμενα δόντια. Επιπλέον η απουσία αντίδρασης στη ΗΔΠ δεν θα πρέπει αυτόματα να λαμβάνεται ως ένδειξη πολφικής νέκρωσης είτε σε αναπτυσσόμενα είτε σε ώριμα δόντια. Σε περίπτωση που το δόντι αντιδρά κατά την πρώτη εξέταση μετά το ατύχημα , αποτελεί μια θετική βάση για σύγκριση στους επακόλουθους επανελέγχους. Στα νεογιλά δόντια η χρήση της τεχνικής ενδέχεται να εμφανίσει δυσκολίες εξαιτίας έλλειψης συνεργασίας.

  1. Laser Doppler Flowmetry
Ενώ η ηλεκτρική δοκιμασία πολφού εκτιμά τα νευρικά αποθέματα του δοντιού η LDF εκτιμά την παρουσία λειτουργικών αγγειακών αποθεμάτων. Η νευρική αναγέννηση ενός τραυματισμένου πολφού είναι πιο αργή από την αγγειακή αναγέννηση . Έτσι το σύστημα LDF είναι πιο ευαίσθητο από την ηλεκτρική δοκιμασία και τις θερμικές δοκιμασίες ζωτικότητας οι οποίες σχετίζονται με την αναγέννηση των νεύρων. Τέλος η δοκιμασία LDF εμφανίζει καλύτερα αποτελέσματα όσον αφορά την ευαισθησία και την ειδικότητα ζώντων δοντιών και δοντιών με γνωστή πολφική νέκρωση σε σχέση με την ηλεκτρική δοκιμασία και τις θερμικές δοκιμασίες ζωτικότητας.

Ακτινογραφική εξέταση
Πολλαπλές ακτινογραφίες σε διαφορετική γωνίωση προσφέρουν την πιο έγκυρη πληροφόρηση σχετικά με τις αλλαγές στο οδοντοφατνιακό σύμπλεγμα που ακολουθούν τις τραυματικές βλάβες. Συνιστάται η λήψη ακτινογραφίας δήξεως σε συνδυασμό με τρεις περιακρορριζικές διαφορετικής γωνίωσης με την τεχνική της διχοτόμου, έτσι ώστε να εκτιμηθεί η έκταση του τραύματος. Ιδιαίτερη χρησιμότητα παρουσιάζει η παραπάνω τεχνική στα κατάγματα ρίζας, καθώς διαγώνια κατάγματα ρίζας συχνά διαφεύγουν με την απλή μονή ακτινογράφηση. Μια άλλη εφαρμογή της ακτινογραφίας αποτελεί η εξέταση παρουσίας ενσφηνωμένων ξένων σωμάτων στις πληγές των μαλακών ιστών. Η ανίχνευση τέτοιων σωμάτων μπορεί αρχικά να επιτευχθεί με την ψηλάφηση των χειλιών για ξένα σώμα αλλά για να επιβεβαιωθεί η όχι η ύπαρξη τους είναι απαραίτητη η λήψη ακτινογραφίας. Η ακτινοβόληση μειώνεται κατά 25-50% από την φυσιολογική ακτινοβόληση σκληρών οδοντικών ιστών επιτρέποντας την εμφάνιση μη οργανικών υλικών όπως θραυσμένα τμήματα δοντιού, γυαλί, χαλίκι αλλά όχι οργανικών υλικών όπως ξύλο και ύφασμα τα οποία δε θα αποτυπωθούν στην ακτινογραφία.

Όσον αφορά την εξέταση πολύ νεαρών παιδιών είναι συχνά αναγκαίο να ασκηθεί ήπιος περιορισμός έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η λεπτομερής εξέταση. Η θέση στην οποία εξετάζεται είναι γόνατο προς γόνατο με το παιδί να ξαπλώνει στα γόνατα της μητέρας η οποία ταυτόχρονα ακινητοποιεί τα πόδια και τα χέρια ενώ το κεφάλι βρίσκεται στα γόνατα του οδοντιάτρου. Η ακτινογράφηση της περιοχής γίνεται πάλι με τη βοήθεια του γονέα ο οποίος κρατάει τόσο το παιδί όσο και το ακτινογραφικό πλακίδιο. Τόσο το παιδί όσο και ο γονέας κοιτούν προς την ίδια κατεύθυνση και το αριστερό χέρι του γονέα ακινητοποιεί το σώμα και τα χέρια του παιδιού ενώ το δεξί σταθεροποιεί το πλακίδιο. Εναλλακτικά το δεξί χέρι του γονέα σταθεροποιεί την κεφαλή του παιδιού ενώ το αριστερό ωθεί και σταθεροποιεί την κάτω γνάθο σε θέση σύγκλεισης πάνω στο πλακίδιο.